Άκου τη φωτιά...


Άκου τη φωτιά...

 

Άκου τη φωτιά...

ψιθυρίζει σπαραγμούς αιώνων

εξαγνίζοντας

αστοχίες και λάθη

που θα φέρουν την κάθαρση

σαν θα δωρίσει

το πύρινο δαχτυλίδι της

σε κείνους

που δεν εγκατέλειψαν την ελπίδα

για αφοσίωση

 

με εμβαπτίσεις σε πορφυρά δειλινά

θα αναγεννηθούν

σε καλέσματα εαρινών νυχτολογίων

των άυλων ερωτικών ονείρων




 

Ζωγραφιστές διαδρομές


 

Ζωγραφιστές διαδρομές

 

Θα ζωγραφίσω τα βουνά

που τόσο μου έλλειψαν,

μ’ όλα τα δέντρα και τις πηγές

και συ να τρέχεις

να φιλάς τους κορμούς

και κείνα που γέρνουν

στις όχθες του απομεσήμερου

για λίγη δροσιά

δίνοντάς μας τη βεβαιότητα

πως ζούμε κι ανασαίνουμε

στο υγρό ακρολίμνιο της αγάπης

εκπληρώνοντας

την προφητεία του έρωτα

στην άφθαρτη διαδρομή του ονείρου!



Εξευμενισμένα λάθη

Εξευμενισμένα λάθη

 

Όλα τα λάθη εξευμενίζονται

με ένα σου άγγιγμα

με ένα σου φιλί

στις αμίλητες ανταύγειες των μαλλιών μου

σα μπλέκονται τρυφερά τα χέρια σου

στις βιαστικές κατεβασιές των άστρων

από τα ανοιχτά παράθυρα

συντροφεύοντας διανυκτερεύοντα πάθη

που ενδίδουν σε ανυπεράσπιστους πόθους

στις λυγμικές αποδράσεις... της νύχτας


Το τίμημα

Το τίμημα

 

Τις νύχτες ασταμάτητα παρελαύνουν

ενοχές και επαναπροσδιορισμοί

κάθε φορά που οι αλήθειες

μικραίνουν αποστάσεις

από εκείνο το «εγώ»

καθώς αμύνεται στο ασήμαντο

γεννώνας ξανά και ξανά τύψεις

στην ιχνογραφία των αντιφάσεων

στην ανέφικτη προοπτική

να διορθώσεις ή να απαλλαγείς

πληρώνοντας το τίμημα

 

συνθηκολογείς με την ελπίδα

πως κι αύριο βράδυ

πάλι θα δικαιολογηθούν

αρχαία σφάλματα

με ανθισμένους λυγμούς

στους θλιμμένους κήπους

μιας μακρινής αιωνιότητας

στις αναπολήσεις του απείρου...

 


Έζησες... έμαθες

Έζησες... έμαθες

 

Έζησες την προκατακλυσμιαία σιωπή

μέσα στην αδιατάρακτη μακαριότητα

πως όλα θα κυλούν

σαν το άρωμα χειμωνανθών

στον αέρα

αντλώντας παρηγοριά

από αβίωτους μύθους και αναμνήσεις

 

έμαθες να φοράς της αθανασίας άυλα χαμόγελα

και να ξορκίζεις ναρκισσιστικές υπεροψίες

στη μελαχγολική όψη ενός φεγγαριού

που ακόμα υποκλίνεται

σε σβηστά αστέρια

στην αφώτιστη πλευρά του


 

Η ζωή σε παρένθεση


 

Η ζωή σε παρένθεση

 

Μια παρένθεση της ζωής η ευτυχία

θυσιάζεται στο βωμό της τοξικότητας

ανυπόμονων εραστών

σε αναπότρεπτες στιγμές

τότε που όλα υποτίθεται

πως εμπεριέχουν υπαρκτά συναισθήματα

στην αδιατάρκτη τάξη

μιας όμορφης νύχτας

ξαγρυπνώντας το όνειρο

στη θνητή του λάμψη

 

κανένας εξαγνισμός

δεν φέρνει ειρήνη

στην ανειρήνευτη διήγηση

του βίου σου

επιζητώντας ... την επιείκεια


Γίνε Σεπτέμβρης


 

Γίνε Σεπτέμβρης

 

Γίνε Σεπτέμβρης

να χρυσίζω τον ήλιο

να βάφω τα φύλλα πορτοκαλί

για να σε ντύνω

κι εσύ ένα- ένα να τα φοράς στα μαλλιά

για να θυμάσαι

ότι το καλοκαίρι σου φεύγει

παίρνοντας μαζί του

τις πύρινες αναφλέξεις 

στα χαρτογραφημένα ταξίδια των δειλινών

στις ακτές των συναισθημάτων.



Ουράνια ευσπλαχνία


 Ουράνια ευσπλαχνία 


Σε πλησιάζω

σχεδόν σ’ αγγίζω

επουλώνοντας το τραύμα

με φιλιά νεανικών ονείρων

και με συμπόνια

των χρόνων που πέρασαν

σε καθρέφτες αναλείωτης μνήμης

 

γι’ αυτό σου λέω

μη φοβάσαι

τον ουρανό και την ευσπλαχνία του

σα ρίχνει σταγόνες

δακρύζοντας απόκριση

στη βεβαιότητα της αγάπης


Απροσπέλαστοι δρόμοι


 

Απροσπέλαστοι δρόμοι

 

Τους απροσπέλαστους δρόμους

της εγκατάλειψης και της θλίψης

κανείς δεν θέλει να τους διαβεί

 

πικρές αγωνίες συντροφεύουν

βήματα εποχών που αλλάζουν

τη ροή μιας καθημερινής ιστορίας

 

και κάθε απόγευμα στην αυλή

με το που γέρνει ο ήλιος

ευσπλαχνίζονται

μετανοώντας την έλλειψη θάρρους

ν’ αγαπηθούν με το κύμα

στο φεγγαρόφωτο

νανουρίζοντας το αναπότρεπτο


Κληρονομώντας το όνειρο


 

Κληρονομώντας το όνειρο

 

Ήμαστε οι τελευταίοι

που θα κληρονομήσουμε

μια στιγμή νίκης

στη κατάκτηση

ενός αβέβαιου ονείρου

στα χαρακώματα του ύπνου

 

γεμάτα τα χέρια

θα κρατούν τρυφερά

το έπαθλο

όλων των ανυπεράσπιστων αναμνήσεων

στα ικριώματα της αιωνιότητας


Αμετάφραστο ταξείδι


 

Αμετάφραστο ταξείδι

 

Έζησα όλους τους αποχωρισμούς

ακουμπισμένη πάνω σε ράγες

ακυβέρνητων τραίνων

αγνοώντας το ανεπίστρεπτο

λυγμικών ανταμώσεων

σε άδειους σταθμούς

 

Αμετάφραστο το ταξείδι σου

χωρίς ήχο - οσμή - μνήμη

 

επέλεξες

τον αδιέξοδο λαβύρινθο της σιωπής

δίπλα σε αραγμένα βαγόνια

στην ιχνογραφία

ενός προορισμού… ανέφικτου



Συγχώρεση

Συγχώρεση

 

Θα χρειαστείς τον άνεμο

και λίγο ήλιο στις χούφτες

για να φτάσεις μακριά

ως τα ουράνια δειλινά

που βλέπουν και ακούν

τη λαχτάρα σου για το ταξείδι

στους αγεωγράφητους προορισμούς

του μεσονυχτίου

τότε που οι ισορροπίες

αποκτούν τον δικό τους επιτύμβιο

για να θάψουν

ξεσκέπαστες μνήμες

συγχωρώντας... το ανέκφραστο


Έρημη πόλη


 

Έρημη πόλη

 

Σε μια έρημη πόλη

που οι φωνές σίγησαν

μια σκιά

αναζητά ίχνη ψιθύρων

ατέρμονων διακαών πόθων

που διυλίζονται σε αποστάσεις

και ολογράμματα

 

πληγώνουν οι ευωδιές

από τις ανθισμένες νεραντζιές

στα λερωμένα πεζοδρόμια

της έρημης πόλης...



Η σιωπή των εκρήξεων

Η σιωπή των εκρήξεων

 

Κατάσαρκα φόρεσες

μια σιδερένια πανοπλία λύπης

ελκύοντας κεραυνούς και θύελλες

στη σιωπή των εκρήξεων

πάνω σε τσαλακωμένα σεντόνια

 

γυμνή - απροστάτευτη

από τις κακουχίες

της αφέγγαρης νύχτας

σκαλωμένη

στην ανυπόκριτη ανεμόσκαλα

ικετεύεις

να πιάσεις το τελευταίο αστέρι

λίγο πριν οριστικά σβήσει

στο μισοσκόταδο

μέσα στην αντάρα της θλίψης


 

Ακατοίκητα συναισθήματα


 

Ακατοίκητα συναισθήματα

 

Αφημένα στην άκρη του δρόμου

ακατοίκητα συναισθήματα

επαληθεύουν φόβους αναμονής

στο ανέφικτο

στο αινιγματικό μέλλον

που σκουριάζει τη λήθη

 

προς τι λοιπόν η απονιά

στην αποθήκευση της θνητότητας

όταν σ’ ένα πορφυροφόρο δειλινό

κατοικεί η αιωνιότητα;



Γλυστρούν τα χρόνια


 

Γλυστρούν τα χρόνια

 

Αχ, πόσο γοργά

γλύστρησαν τα χρόνια

με τους αέρηδες να φυσάνε

κρύους χειμώνες

και ζεστά καλοκαίρια

συλλέγοντας κομμάτια

από τις άκρες κόκκινων φεγγαριών

υπολείμματα ακαθόριστων υποσχέσεων

 

απροστάτευτες οδηγούνται

στους μαιάνδρους

θλιμμένων πολεμοκάπηλων

υπενθυμίζοντας τη νίκη τους

σε ραγισμένους καιρούς



Το ξεχασμένο σου πρόσωπο


 

Το ξεχασμένο σου πρόσωπο

 

Προσπαθώ να θυμηθώ

το ξεχασμένο σου πρόσωπο

μα κανένα κάδρο

καμιά αφίσα

δεν χωρά την ανάμνησή σου

καμιά πραγματικότητα

δεν ορίζει το περίγραμμά σου

στους γεμάτους φωνές δρόμους

 

μόνον οι λέξεις σου με κυνηγούν

και ξωπίσω μου ασθμαίνοντας τρέχουν

μήπως και προλάβουν

την αθωότητα του δειλινού


Μια γυναίκα μόνη


 

Μια γυναίκα μόνη

 

Τρυφερές χειρονομίες και λέξεις

στεφανώνουν απαλά το απραγματοποίητο

και τη ραγισματιά ενός άστρου

που τρεμοσβήνει στον απέναντι τείχο

 

μια γυναίκα μόνη

σέρνεται σκυφτά ως το παράθυρο

αναπολώντας έναστρους ουρανούς

και φεγγάρια ολόγεμα

τότε που τρύπωναν δειλά

χωρίς ρωγμές

σε στρωμένα κρεβάτια


Αποδοχή

Αποδοχή

 

Όσο κι αν προσπαθείς

να σπάσεις τον χρόνο

στην αγχόνη της καθημερινότητας

πάντα μια λύπη θα απλώνεται

τη στιγμή που η ορθότητα ακουμπά

τα δευτερόλεπτα της αιωνιότητας.

 

Έτσι, εξόριστος μετεωρίζεσαι

ανάμεσα

στο άπειρο και στην πραγματικότητα

ξοδεύοντας αλόγιστα την γαλήνη

που φέρνει η αποδοχή  του χρόνου

που φεύγει... 




Γράφω λέξεις

Γράφω λέξεις 

 

Γράφω λέξεις στα κύματα

μα τις παίρνει ο άνεμος

ως εκεί που εσύ αγναντεύεις

το πέλαγος

αναπολώντας το κορίτσι

που σεργιανούσε

σε δειλινά προσπελάσιμα

με τα πέπλα της ανοιχτά

ν’ αγκαλιάζουν την θάλασσα

στέλνοντάς σου μηνύματα

ως νάρθει η στιγμή

που πάλι ξανά

θα ενθρονιστείτε

στην απεραντοσύνη της !